Το "
Βαθύ Σκοτάδι" είναι η ρομαντική ιστορία του Χέρμαν και μίας τρύπας (η κριτική θα μπορούσε να τελειώσει εδώ). Ο Χέρμαν είναι ένας άνεργος τυπάκος γύρω στα 30, που ζει με τη μάνα του και είναι καλλιτέχνης (και όχι, δεν είναι Έλληνας, υπάρχουν και αλλού αυτά). Ασχολείται με την Κινητική Τέχνη, σίγουρος ότι έχει μεγάλο ταλέντο (κλασικά), περιμένοντας τη μεγάλη ευκαιρία για να το αποδείξει (εμένα πάντως τα γλυπτά του, μου θύμισαν
αυτήν τη σκηνή από το "Φρέντι γκατ φίνγκερντ"). Όταν η φουκαριάρα η μάνα του, αναγκάζεται να βάλει το δωμάτιο του κανακάρη της προς ενοικίαση, μπας και τα φέρουν βόλτα, μιας και το γαϊδούρι που έχει για παιδί, δε λέει να πάει να δουλέψει. Ο Χέρμαν συνειδητοποιεί ότι αν δε βρεθεί μία λύση γρήγορα (εκτός του να βρει δουλειά), σύντομα θα κοιμάται αγκαλιά με τη μαμά του και παίρνει τηλέφωνο τον επιτυχημένο, έμπορο τέχνης θείο του, όχι για να του ζητήσει μεροκάματο, αλλά κάποια επιχειρηματική συμβουλή, μήπως και καταφέρει να πουλήσει για τέχνη, τα σκουπίδια που φτιάχνει (από σκουπίδια). Ο θείος του προτείνει, να πάει να μείνει σε ένα συγκεκριμένο διαμέρισμα (ο Θεός να το κάνει), όπου είχε μείνει και ο ίδιος κάποτε (πριν το αγοράσει), για να δουλέψει ανενόχλητος και εκεί είχε βρει το μυστικό της επιτυχίας. Γιατί όχι και ο ανιψιός του; Με το αζημίωτο βέβαια, 800 δολάρια το μήνα για μία τρύπα, σαν μολυσμένη κωλοτρυπίδα, που δεν θα έμεναν εκεί μέσα, ούτε αιμορροϊδες. Μπορεί να είναι συγγενείς, αλλά οι καλοί λογαριασμοί, κάνουν και τους καλούς φίλους.
(800 το μήνα, ακατέβατα)
Πακέτο για το Χέρμαν, που δεν έχει τα λεφτά για το ενοίκιο, και αφού ο θείος Σκρουτζ δεν του κάνει έκπτωση, η τελευταία του ελπίδα είναι να εκθέσει τη "δουλειά" του, στην γκαλερί του δήμου, όπου και θα εμφανιστεί, γνωστή ατζέντης καλλιτεχνών, προς αναζήτηση νέων ταλέντων. Μεγάλη ευκαιρία για το Χέρμαν, που προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή της μάνατζερ, και το καταφέρνει αλλά όχι με τον τρόπο που φαντάζεται, μιας και με τη μαλακία που έφτιαξε, όχι μόνο γίνεται ρεζίλι, αλλά και καταστρέφει όλη την έκθεση (φαρσοκωμωδία). Πάνω στην ντροπή, τη ξεφτίλα και τις αποδοκιμασίες κοινού και συναδέλφων, παρακαλάει σαν γυμνοσάλιαγκας, χωρίς ίχνος αξιοπρέπειας την ατζέντισσα, για μία δεύτερη ευκαιρία και της υπόσχεται, ότι αν δεν της παραδώσει ένα αριστούργημα τις επόμενες δύο εβδομάδες, θα παραιτηθεί από την τέχνη (δυστυχώς όχι και από τη ζωή), διαπαντός. Έτσι νοικιάζει την τρώγλη του θείου του για δύο εβδομάδες, επειδή μέχρι τόσα μπορεί να δώσει, και κλείνεται μέσα μαζί με τα εργαλεία του, για να δημιουργήσει το καλύτερό του αχρηστούργημα [Είχα σκεφτεί κι εγώ κάποτε να ονομάζω και να βάζω σε βάζα τις κουράδες μου (όχι όλες, μόνο τις όμορφες, αυτές που έφτιαξα με κόπο, κάτω από έντονη συναισθηματική φόρτιση). Δεν είχα όμως πίστη στον εαυτό μου και νόμιζα ότι ήταν χαζή ιδέα, μέχρι που διάβασα κάπου για έναν τύπο, που έκανε κάτι παρόμοιο και έγινε πλούσιος. Θα μπορούσα να ήμουν εγώ αυτός. Να,
σαν αυτόν που έγινε πλούσιος, με το να γράφει μηνύματα, πάνω σε πατάτες! Καμία ιδέα δεν είναι χαζή, σε αυτόν τον κόσμο]. Το μόνο καλό με αυτό το χαμόσπιτο, είναι η χαριτωμένη - τρομακτική διαχειρίστρια, τύπου
Ματίνα Μανταρινάκη, που για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, γουστάρει το Χέρμαν και τον φλερτάρει με το να του φτιάχνει πίτες (ο έρωτας περνάει από το στομάχι). Με τον καλλιτέχνη να την αγνοεί επιδεικτικά, επειδή είναι μαλάκας και αφοσιωμένος στην τέχνη του. Δηλαδή στη μαλακία.
Εκεί λοιπόν, μέσα στη χαβούζα, στο τσιμεντένιο απόστημα, που ούτε τελειωμένα πρεζάκια δεν θα έμπαιναν για να πεθάνουν, παίρνοντας την τελευταία τους δόση, καρφώνοντας τη βελόνα κατευθείαν στον εγκέφαλο, μέσα από το μάτι τους. Εκεί ο Χέρμαν, πάνω στον οίστρο που δεν έχει, μέσα στην απελπισία της ανέμπνευσης, θα ανακαλύψει την τρύπα, μέσα στην τρύπα που ζει. Μία τρύπα που θα δώσει νόημα στη ζωή του, θα του δώσει σκοπό και έμπνευση να δημιουργήσει επιτέλους κάτι, που θα έχει σημασία. Μία τρύπα, όχι της διαχειρίστριας, ούτε μία τρύπα στο νερό, αλλά μία τρύπα στον τοίχο. Γουάτ δεφάκ. Πάνω σε μία καλλιτεχνική του παράκρουση, ο Χέρμαν θα παρατηρήσει μία κλωστή να βγαίνει από μία τρύπα στον τοίχο, που στο τέλος της έχει ένα σημείωμα που γράφει "
Χαλάρωσε, μην το κάνεις". Χα! Όχι, πλάκα κάνω, δεν είναι ο Εθνικός Σταρ στην άλλη πλευρά του τοίχου (αλλά θα μπορούσε). Το σημείωμα γράφει "Χαλάρωσε, μπορώ να βοηθήσω" (ενδιαφέρον ε; Πως κατάφεραν να το γαμήσουν έτσι στη συνέχεια, δε ξέρω). Η τρύπα (πόσο σεξιστές πια;), όντως μπορεί να τον βοηθήσει, αλλά θέλει και τα ανταλλάγματά της. Ένα από αυτά είναι ο ...πούτσος! Ναι, καλά διαβάσατε, κανονικό
Γκλόρι Χολ. H τρύπα στον τοίχο θέλει πούτσο, γαμήσι, και όχι απότομο και άγριο, όχι σοβατίσματα και στοκαρίσματα, προσεκτική δουλειά με αλφάδι, από μάστορα με μεράκι.
(Να προσέχεις που βάζεις το πουλί σου την επόμενη φορά. Α ναι, δεν θα υπάρξει επόμενη φορά)
Και τώρα θα κάνουμε διάλειμμα (πάνω στο καλύτερο), επειδή μ' αυτά και μ' αυτά, θυμήθηκα μία ιστορία από το στρατό (πιστεύω να έχετε καταλάβει ότι οι "κριτικές" ταινιών, είναι απλά αφορμές για να γράφω τις μαλακίες μου, έτσι;). Σε κάποια φάση όταν ήμουν φαντάρος, είχα πάρει μετάθεση σε μία από τις χειρότερες μονάδες που έπαιζαν εκείνη την περίοδο, την 134 Σμηναρχία Μάχης (δυσμενής μετάθεση, ουσιαστικά μ' έδιωξαν από το προηγούμενο στρατόπεδο και με έστειλαν εκεί. Μέχρι να με στείλουν και από 'κει, σε μία ακόμα χειρότερη μονάδα). Εκεί έκανα 24ωρες υπηρεσίες στο υπόγειο Κέντρο Επιχειρήσεων, στο οποίο βρισκόταν και το τηλεφωνικό κέντρο, το οποίο μετά τις 5, μεταμορφωνόταν σε Πλέιρουμ, με τηλεόραση, πλέιστέισον, πιοτά, μουσικές και άλλα πολλά. Μέσα στα άλλα πολλά, ήταν και μία σιδερένια ντουλάπα, στην οποία της Ελλάδος τα παιδιά, είχαν κολλήσει μία ολόσωμη αφίσα κάποιας τσιτσιολίνας με τον κώλο τούρλα, και είχαν στερεώσει με μαγνητάκι στον κώλο της, ένα άδειο κουτί
Πρινγκλς από τη βάση του! Λογικό, αν σκεφτείς ότι οι φαντάροι που μοιραζόμασταν τις υπηρεσίες στο Κέντρο Επιχειρήσεων ήμασταν 5-6, με αποτέλεσμα, να μην παίρνουμε εξόδους, αλλά μαζεμένες 7 ημέρες κάθε μήνα. Δηλαδή 30 μέσα 7 έξω, και πολλές φορές τύχαινε, να είμαστε 23 μέρες συνεχόμενες, κλεισμένοι σε εκείνο το γαμωυπόγειο, με τα F-16 να πεταρίζουν πάνω από τα κεφάλια μας. Φυσικά, το Φακ Τιουμπ ήταν έργο τέχνης (αυτά είναι έργα τέχνης) και είχε δημιουργηθεί για αισθητικούς και χιουμοριστικούς λόγους, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι θα έμενε έτσι, αν το κουτί των Πρινγκλς, ήταν
λίγο πιο στενό! Βέβαια, δεν μπορώ να ξέρω αν κάποιος το χρησιμοποιούσε
ΕΤΣΙ! Τέλος το διάλειμμα, τα κεφάλια μέσα (στην τρύπα).
(Του έμεινε από το στρατό)
Ως φυσικό επακόλουθο, η τρύπα θα του κάνει νάζια αλλά και σκηνές ζηλοτυπίας, "Που ήσουν χθες πάλι, όλη μέρα; Δεν πιστεύω να πήγες στους
σωλήνες;" - "Είναι η δουλειά μου σου έχω πει, δεν μπορώ να μην πάω και μην μου κάνεις ανάκριση! Μια τρύπα είσαι μόνο για μένα, ακούς; ΜΙΑ ΤΡΥΠΑ!". Ναι, αλλά πως ακριβώς τον βοηθάει η τρύπα στην τέχνη του; Σας ακούω να λέτε (φωνές, μέσα στο κεφάλι μου). Θα σας πω πως, με το να χέζει. Η τρύπα βγάζει από μέσα της, σαν να χέζει, ή να γεννάει, κάτι κύστες, σαν τεράστια μπαλάκια μύξας, τα οποία ο Χέρμαν για κάποιο λόγο τα βρίσκει όμορφα και αφού τα καθαρίσει από τη γλίτσα που τα περιβάλει, τα χρησιμοποιεί για τα γλυπτά του (τέτοια κομψοτεχνήματα, έφτιαχνα κι εγώ μικρός, και τα κολλούσα κάτω από το θρανίο). Όπως καταλάβατε, ο Χέρμαν θα επιστρέψει μετά από δύο εβδομάδες στην ατζέντισσα, όπως της είχε υποσχεθεί, με το αηδιαστικό του τερατοτεχνούργημα και θα την αφήσει με ανοιχτό το ...στόμα. Στην πρώτη έκθεση, οι κριτικοί και οι συλλέκτες θα καβλώσουν σε βαθμό υστερίας, με τις κρεμαστές, αφροδίσιες βλέννες, τύπου ονειροπαγίδα (μουνοπαγίδα στη συγκεκριμένη) και θα αρχίσουν να χύνουν ο ένας τον άλλον, κυριολεκτικά. Αφού η ατζέντης μοσχοπουλήσει τα εκζέματα της τρύπας, θα ζητήσει από το Χέρμαν και άλλα τέτοια έργα τέχνης, για να διοργανώσει μία αποκλειστικά δική του έκθεση και να γίνει της πουτάνας το κάγκελο, του μουνιού το πανηγύρι.
"Ω, τόσο όμορφο; Τι είναι; Σπάνιο ορυκτό;"
-"Σπάνιο αρχίδι"
Ο Χέρμαν λοιπόν, πρέπει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της τρύπας του, αν θέλει να του χέζει κι άλλα σάπια λαχανάκια Βρυξελλών, για να συνεχίσει να ζει το όνειρό του. Για πόσο όμως θα κοροϊδεύει τον κόσμο και μέχρι που μπορεί να φτάσει η όρεξη της τρύπας, που όλο και μεγαλώνει; Και επιτέλους, ποιος κρύβεται πίσω από την τρύπα; Η διαχειρίστρια; Ο θείος του; Η μάνα του; Ένας άστεγος ή πολύ απλά κανείς, επειδή ο Χέρμαν τα φαντάζεται όλα και γαμάει τούβλα; Αν έχετε περιέργεια και θέλετε πραγματικά να μάθετε, μην το δείτε!
(Η μάνα του!)
Όσο διάβαζα την κριτική, μου έδωσα την εντύπωση ότι πρόκειται για γαμώ τις ταινίες (για το δικό μου γούστο) αλλά μην ξεγελαστεί κανείς, δεν είναι. Δεν ξέρει ούτε η ίδια τι είναι. Κωμωδία; Θρίλερ; Φαντασίας; Ρομαντική; Έχει στοιχεία απ' όλα, αλλά ούτε κυριαρχεί ένα από αυτά, ούτε τα συνδυάζει όλα μαζί αρμονικά. Όλα τα υπόλοιπα, είναι αδιάφορα έως μέτρια. Τυπική σκηνοθεσία, απλά να γίνει η δουλειά (δηλαδή τι θες; Άποψη και αεροπλανικά;). Υποκριτική σαπουνόπερας και στέρεο-τυπικοί χαρακτήρες. Νόμιζα ότι έβλεπα τηλεταινία, και συγκεκριμένα κάποιο επεισόδιο από το
The Outer Limits (ποιος το θυμάται;). Το είδα παρέα με ένα μπουκάλι
Τσακτάνιελ και ένα κουτί σοκολατάκια
Τσιμπίμ, και πάλι βαρέθηκα. Όσο για τον τίτλο, εντελώς αόριστος και παραπλανητικός, ντιπ για ντιπ νταρκ. Το σκέφτηκες πολύ; Πες το "Γκλόριχολ Οβντέθ" να τελειώνουμε. Άσε που θα είχες πουλήσει και περισσότερα ντιβιντί.
Υ.Γ. Ευχαριστώ τα παιδιά από τη μπάρα του
The Horror Bar, που όταν ανακάλυψαν αυτό το αριστούργημα, μου το έστειλαν σούμπιτο, με υποσημείωση "Αυτό είναι για σένα". Εβίβα!